Συνηθίζω να λέω ότι οι άνθρωποι είμαστε οι επιλογές μας…
Το ερώτημα που διαρκώς τον τελευταίο καιρό διαπερνάει το σώμα μου είναι ο βαθμός ή οι βαθμοί ελευθερίας αυτών των επιλογών.
Τον τελευταίο χρόνο μέσα από την καθημερινή επαφή μου με τους έφηβους μαθητές-τριες μου, “δοκιμάζω” σε θεωρητικό, πρακτικό αλλά και στο βιωματικό επίπεδο τα όρια της θεωρίας της αυτοποίησης και/ ή αυτοοργάνωσης των ανθρώπων στα πλαίσια της πειθαρχίας του σχολείου.
Η θεωρία της αυτοποίησης (Luhmann) θέτει ως βασική αρχή της ανάδυσης των συστημάτων, τη δυνατότητα τους να προσαρμόζονται στα ερεθίσματα του κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα από τη διαφοροποίηση των δομών τους. Η διαφοροποίηση αυτή καθορίζεται από την ταυτότητα τους και όχι από το περιβάλλον. Ποιο απλά το περιβάλλον πυροδοτεί και δεν καθορίζει την ανάπτυξη των συστημάτων.
Όμως τι γίνεται στην περίπτωση των εφήβων μας, οι οποίοι καλούνται να δράσουν σε ένα τόσο αυταρχικό περιβάλλον όπως είναι το ελληνικό σχολείο; Σε ποιο βαθμό αναπτύσσουν την ελευθερία των επιλογών και κατά συνέπεια τηn προσωπική ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας τους;
Η επικοινωνία στα πλαίσια του ελληνικού σχολείου είναι μονόδρομη (καθηγητή προς μαθητή) συμβάλλοντας στην αναπαραγωγή όλων των αυταρχικών αντιδημοκρατικών συνηθειών (habitus) της ελληνικής κοινωνίας. Πιο απλά το σχολείο μας παράγει “φυτά” σε συνθήκες θερμοκηπίου απαγορεύοντας την αυτόνομη ανάπτυξη της προσωπικότητας των εφήβων μας.
Παράλληλα κάθε πράξη των μαθητών, η οποία φανερώνει άμεσα ή έμμεσα την αμφισβήτηση των δομών, των στόχων, των αξιών της εκπαίδευσης (κοντές φούστες στις παρελάσεις, άρνηση παρελάσεων, καταλήψεις, επικοινωνιακός “θόρυβος” στην τάξη, μουτζούρωμα του θρανίου, κλπ) καταδικάζεται από όλους τους “ώριμους” θεσμούς των ενήλικων. Με τη θέση μου αυτή δεν προσπαθώ να “ιδεολογικοποιήσω” ή αλλιώς να “νομιμοποιήσω” οποιαδήποτε μορφή μαθητικής αντίδρασης… η οποία ενίοτε μετατρέπεται σε διεκδίκηση και πολιτική αμφισβήτηση του τετριμένου.
Απλά θέτω στην κρίση σας την ανάγκη να θέσουμε τον εαυτό μας δίπλα και όχι απέναντι στους αυριανούς συμπολίτες μας, καταλαβαίνοντας το γιατί και όχι το πώς των “εξεγέρσεων” τους…
Μιλώντας βιωματικά… Η διαδικασία λήψης αποφάσεων έχει τη δική της γοητεία…Επιλογές πολλές και διαφορετικές, σκέψη, περισυλλογή, διαλογισμός… Ευκαιρία να ανακαλύψεις τον εαυτό σου, τις αδυναμίες σου , τα όνειρά σου… Και τελικά να καταλήξεις, να αποφασίσεις, να επιλέξεις. Ύστερα από χρόνια στα θρανία, ύστερα από ανούσιες πιέσεις, βάσεις και βασούλες, εξετάσεις και αποτελέσματα, να καταφέρεις να φτάσεις, εκεί που εσύ θέλεις που ήθελες από πάντα… Χωρίς να σε ενδιαφέρει να αποδείξεις κάτι στους άλλους, η άποψη των ‘άλλων’ (‘ώριμοι’ ενήλικες, ‘καταξιωμένοι’ επαγγελματίες, αιχμάλωτοι της μίζερης πραγματικότητάς τους που οι ίδιοι δημιούργησαν και θέλουν να σε κάνουν κομμάτι της…). Να επιλέξεις ελεύθερα, βάσει των δικών σου επιθυμιών, των δικών σου ονείρων. Πόσο δύσκολο είναι όμως να καταφέρεις να τα ανακαλύψεις όλα αυτά…Νομίζεις ότι οι επιλογές είναι δικές σου, αδυνατώντας να αντιληφθείς ότι πολλές απ’ αυτές είναι στην πραγματικότητα δικές τους. Επιλογές άλλων που σε επηρεάζουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, που δεν σου αφήνουν περιθώρια να γνωρίσεις τον εαυτό σου, που σε αναγκάζουν να συμβιβαστείς, γιατί διαφορετικά δε θα είσαι τίποτα παραπάνω από ένα αλητάκι που θέλει μόνο να προκαλέσει, να χάσει μάθημα ή στην καλύτερη περίπτωση ένα ‘μικρό’, ‘ανώριμο’ παιδάκι που δεν ξέρει τι θέλει, που δεν ξέρει τι είναι καλό γι’ αυτό. Το θέμα είναι ποια από τις δυο πλευρές ξέρει τι είναι καλό…ποια από τις δυο πλευρές ξέρει τι θέλει…αγωνίζεται για κάτι διαφορετικό…
Προσωπικά, θεωρώ ότι σε όλες τις καταστάσεις εμπεριέχεται η έννοια του ρίσκου. Η έννοια αυτή συνδέεται κυρίαρχα με την έλλειψη επαρκούς γνώσης για μία δεδομένη κατάσταση, επιφέροντας συνθήκες ανασφάλειας και συνεκδοχικά αναποφασιστικότητας. Όσο περισσότερη γνώση έχουμε για μία δεδομένη κατάσταση τόσο πιο ελεγχόμενη γίνεται αυτή, περιορίζοντας την ανθρώπινη δυστυχία. Πράγματι, για ορισμένες θρησκείες καθώς και για την ίδια την επιστήμη, η έλλειψη γνώσης των πραγμάτων είναι ένα από τα μεγαλύτερα ‘βάρη’ του ανθρώπου, μία από τις μεγαλύτερες ανθρώπινες δυστυχίες. Πού βρίσκεται, λοιπόν, η ανθρώπινη ευτυχία; “Στη διαφώτιση”, απαντάνε, “στην αναζήτηση της αλήθειας” και “στην κατάκτηση της γνώσης”. Δε θα μπορούσα παρά να συμφωνήσω. Στα πλαίσια του σχολικού προγράματος, όμως, πώς μεταφράζεται αυτή η προσέγγιση; Αν υποθέσουμε ότι το ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης είναι ανθρωποκεντρικό, τότε ο στόχος θα ήταν ακριβώς αυτός: η γνώση ως μεταβλητή διαχείρισης κρίσιμων καταστάσεων και/ή επίλυσης μελλοντικών προβλημάτων για τη δημιουργία ευτυχέστερων ανθρώπων. Ο στόχος δηλαδή θα ήταν μακροπρόθεσμος (και απτός). Αυτό -απ’ό,τι φαίνεται- δε συμβαίνει σήμερα. Το ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης προσαρμόζεται στις επιταγές της εσωτερικής κοινωνικής και πολιτικής ανασφάλειας, που συνήθως κρύβουν τεράστιες οικονομικές ανακρίβειες. Ίσως, λοιπόν, να πρέπει να ξεκινήσουμε από τα βασικά και ν’αναζητήσουμε την αλήθεια κάπου αλλού: να μάθουμε ν’ακούμε τα παιδιά για να μπορέσουμε να μάθουμε στα παιδιά ν’ακούνε. Με άλλα λόγια, να κάνουμε τα παιδιά να πιστέψουν στον εαυτό τους ώστε να εκτιμήσουν την απεριόριστη ομορφιά (ίσως και λόγω έλλειψης ουσιώδους νοήματος) της ζωής. Να δώσουμε στα παιδιά την ελπίδα ότι ναι! στη ζωή όλα είναι πιθανά αρκεί να το πιστέψουν. Γιατί η δημιουργία δε φυλακίζεται στο χώρο και το χρόνο. Όπως είπε κι ο Ορφέας στο Νίο “You have to believe” (Matrix).