Τέχνη και θέαμα στην κοινωνία των Δικτύων για μια νέα καταστασιακή Υπερδιεθνή

……Σαράντα χρόνια μετά το Μάη του 68 και λίγο παραπάνω από τα 50 χρόνια από τη δημοσιοποίηση της “Εκθεσης περί της κατασκευής καταστάσεων και των συνθηκών οργάνωσης και δράσης της διεθνούς καταστασιακής τάσης” του Γκυ Ντεμπώρ (Ελεύθερος τύπος Δεκέμβριος 1998)…
… Από το 1957 ο Ντεμπώρ περιέγραψε την έλευση της μεταμοντέρνας εποχής όπου “…οι νέες επιθυμίες που γεννιούνται δε βρίσκουν αντίκρυσμα, διότι, παρότι οι πόροι της εποχής επιτρέπουν την πραγμάτωση τους, η καθυστερημένη οικονομική δομή αδυνατεί να τους αξιοποιήσει. Ταυτόχρονα χάνει οποιαδήποτε συνοχή και η ιδεολογία της άρχουσας τάξης. Καταρχήν επειδή οι διαδοχικές κοσμοθεωρίες της έχουν χάσει κάθε συνοχή, με αποτέλεσμα να ρέπει η ιδεολογία προς αυτόν τον ιστορικό ιντεντερμενισμό…. κατά δεύτερο λόγο, επειδή συνυπάρχουν μέσα σε αυτή διάφορες αντιδραστικές σκέψεις….”
Η σύγχρονη κουλτούρα δηλαδή το σημερινό “σύμπλεγμα αισθητικής, συναισθημάτων και ηθών” προσδιορίζεται από τη μερική προσάρτηση νέων αξιών και την αντιπολιτιστική παραγωγή, χρησιμοποιώντας τα μέσα της μεγάλης βιομηχανίας (μυθιστόρημα, κινηματογράφο, τηλεόραση) οδηγεί στη διάχυση της μαζικής σύγχυσης και τη συνέχεια της αποβλάκωσης και μετά το σχολείο και την οικογένεια…
Για τον Ντεμπώρ η κυρίαρχη ιδεολογία “οργανώνει τον εκχυδαϊσμό των ανατρεπτικών ανακαλύψεων και αφού τις αποστειρώσει, τις διαδίδει ευρέως…”
“Στη σφαίρα της κουλτούρας η αστική τάξη προσπαθεί να εκτρέψει την κλίση προς το νέο – η οποία είναι επικίνδυνη για αυτήν – προς ορισμένες εκφυλισμένες, ακίνδυνες και θολές μορφές καινοτομίας. Μέσω των εμπορικών μηχανισμών που ελέγχουν την πολιτιστική δραστηριότητα, οι πρωτοποριακές τάσεις αποκόπτονται από τους κοινωνικούς τομείς που θα μπορούσαν να τις υποστηρίξουν…. “
“Μία επαναστατική δράση στην κουλτούρα πρέπει να έχει ως στόχο, όχι να ερμηνεύσει ή να εκφράσει τη ζωή αλλά να τη διευρύνει… Μαζί με τον τερματισμό της εκμετάλλευσης του ανθρώπου, θα πρέπει να εκλείψουν και τα πάθη, οι παρηγοριές και οι συνήθειες που αυτή γέννησε…”
“Πρέπει να ξεκινήσουμε τώρα μία οργανωμένη, συλλογική εργασία, η οποία θα τείνει προς μία ενιαία χρήση όλων των μέσων ανατροπής της καθημερινής ζωής… Πρέπει να κατασκευάσουμε νέες ατμόσφαιρες, οι οποίες θα είναι προϊόν και ταυτόχρονα εργαλείο νέων συμπεριφορών. Σε ένα πρώτο στάδιο επομένως πρέπει να προβούμε σε μία εμπειρική χρήση των καθημερινών πρακτικών καθώς και των πολιτιστικών μορφών που υφίστανται σήμερα, μη αναγνωρίζοντας σε αυτές καμία αξία. Ακόμη και το ίδιο ακριβώς το κριτήριο “καινοτομία”, “μορφική επινόηση” έχει χάσει το νόημα του μέσα στα παραδοσιακά πλαίσια μίας τέχνης, δηλαδή, ενός ανεπαρκούς, αποσπασματικού μέσου, του οποίου οι μερικές ανανεώσεις είναι εκ των προτέρων ξεπερασμένες και επομένως αδύνατον να υπάρχξουν…”

“Η κεντρική μας ιδέα είναι εκείνη της κατασκευής καταστάσεων, δηλαδή, η συγκεκριμένη κατασκευή προσωρινών ατμοσφαιρών ζωής και ο μετασχηματισμός τους σε μια γεμάτη πάθος, ανώτερη ποιότητα. Πρέπει να αναπτύξουμε μία μεθοδική επέμβαση, με άξονα τους πολύπλοκους παράγοντες δύο συνιστωσών που βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση: α) το υλικό περιβάλλον της ζωής, β) τις συμπεριφορές που αυτό γεννά και οι οποίες το ανατρέπουν.
Οι προοπτικές δράσης μας επί του περιβάλλοντος, μας οδηγούν τελικά στην ιδέα της ενιαίας πολεοδομίας. Η τελευταία ορίζεται καταρχήν, από τη χρήση του συνόλου των τεχνικών ως μέσα που συμβάλλουν σε μία ολοκληρωμένη σύνθεση του περιβάλλοντος………”

“Η δράση μας στον τομέα της συμπεριφοράς… μπορεί να ορισθεί συνοπτικά ως μία επινόηση παιχνιδιών νέου τύπου. Ο σημαντικότερος στόχος μας πρέπει να είναι η διερεύνηση του σημαντικού μέρους της ζωής και η μέγιστη δυνατή μείωση των ασήμαντων στιγμών αυτής……. το καταστασιακό παιχνίδι διακρίνεται από την κλασική αντίληψη περί παιχνιδιού, στο μέτρο που αρνείται ριζικά τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα του δεύτερου καθώς και τον διαχωρισμό του από τη σημερινή ζωή. Αντιθέτως το καταστασιακό παιχνίδι εμπεριέχει μία ηθική επιλογή: τον αγώνα στο πλευρό εκείνων που εγγυώνται την μελλοντική ελευθερία και του παιχνιδιού. … μέχρι τώρα η άρχουσα τάξη έχει κατορθώσει να χρησιμοποιεί προς όφελος της τον ελεύθερο χρόνο, τον οποίο έχει αποσπάσει από αυτήν το επαναστατικό προλεταριάτο, αναπτύσσοντας έναν τεράστιο βιομηχανικό τομέα παραγωγής δραστηριοτήτων του ελεύθερου χρόνου, ο οποίος είναι ένα ασυναγώνιστο όργανο αποβλάκωσης του…”

“Μία αρχική προσπάθεια για έναν νέο τρόπο συμπεριφοράς παρουσιάστηκε ήδη με εκείνο που ονομάσαμε περιπλάνηση: Πρακτική μίας συναρπαστικής πορείας, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό, η οποία στηρίζεται στο γρήγορο πέρασμα μέσα από ποικίλες ατμόσφαιρες…. η εφαρμογή αυτής της θέλησης για παιγνιώδη δημιουργία, πρέπει να επεκταθεί σε όλες τις γνωστές μορφές των ανθρωπίνων σχέσεων, έτσι ώστε να επηρεάζει, λόγου χάρη, την ιστορική εξέλιξη των συναισθημάτων όπως η φιλία και ο έρωτας.”

Κοινωνία του θεάματος: “Όλη η ζωή των κοινωνιών στις οποίες κυριαρχούν οι σύγχρονες συνθήκες παραγωγής εκδηλώνεται σαν μία τεράστια συσσώρευση θεαμάτων. Ό,τι είχε άμεσα βιωθεί απομακρύνθηκε σε μία αναπαράσταση.”

“Το θέαμα δεν είναι ένα σύνολο εικόνων, αλλά μια κοινωνική σχέση ατόμων μεσολαβημένη με εικόνες. Το θέαμα δεν μπορεί να νοηθεί σαν κατάχρηση ενός κόσμου της όρασης, σαν ένα προϊόν των τεχνικών μαζικής διάδοσης εικόνων. Είναι μάλλον μία κοσμοθεώρηση, πραγματωμένη, μεταφρασμένη υλικά. Είναι μία θεώρηση του κόσμου που έχει αντικειμενοποιηθεί. “
“Η συνείδηση της επιθυμίας και η επιθυμία της συνείδησης είναι ένα και το αυτό σχέδιο που, στην αρνητική του μορφή, επιθυμεί την κατάργηση των τάξεων… το αντίθετο του είναι η κοινωνία του θεάματος, όπου το εμπόρευμα αυτοθαυμάζεται μέσα σε έναν κόσμο που το ίδιο δημιούργησε….”
“όταν η ιδεολογία, που είναι η αφηρημένη βούληση του καθολικού και η ψευδαίσθηση του, νομιμοποιείται από την καθολική αφαίρεση και την έμπρακτη δικτατορία της ψευδαίσθησης πάνω στη σύγχρονη κοινωνία, δεν είναι πιο η βολουνταριστική πάλη του τμηματικού, αλλά ο θρίαμβος του…”
“Το θέαμα είναι η κατεξοχήν ιδεολογία, γιατί εκθέτει και εκδηλώνει, στην ολότητα του, την ουσία κάθε ιδεολογικού συστήματο: την εξαθλίωση, την καθυπόταξη και την άρνηση της πραγματικής ζωής…. είναι το ανώτερο στάδιο μίας επέκτασης που έστρεψε την ανάγκη ενάντια στη ζωή…”
“Αυτός που υπομένει παθητικά την αλλότρια καθημερινή του μοίρα ωθείται έτσι σε μία τρέλα που αντιδρά με χιμαιρικό τρόπο σε αυτή τη μοίρα, προσφεύγοντας σε μαγικές τεχνικές. Η αναγνώριση και η κατανάλωση των εμπορευμάτων, βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της ψευδοαπόκρισης σε μια επικοινωνία χωρίς απόκριση…”

“το θέαμα δεν είναι ταυτόσημο με το απλό βλέμμα, ακόμα και όταν αυτό συνδυάζεται με την ακοή. Είναι αυτό που διαφεύγει από τη δραστηριότητα των ανθρώπων, από την αναθεώρηση και τη διόρθωση του έργου τους. Είναι το αντίθετο του διαλόγου..”
“Η αυτοχειραφέτηση ….. δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί ούτε από το απομονωμένο άτομο ούτε από το ατομικοποιημένο, υποκείμενο σε χειραγωγήσεις, πλήθος, αλλά μόνο από την τάξη που είναι ικανή να διαλύσει όλες τις τάξεις, αναθέτοντας όλη την εξουσία στην απο-αλλοτριωτική μορφή της υλοποιημένης δημοκρατίας: το Συμβούλιο,μέσα στο οποίο η πρακτική θεωρία αυτοελελέγχεται και παρακολουθεί τη δράση της. Μονάχα εκεί όπου τα άτομα είναι “άμεσα συνδεδεμένα με την καθολική ιστορία” μονάχα εκεί όπου ο διάλογος έχει οπλιστεί για να επιβάλλει θριαμβευτικά τους όρους του”

Βαθμοί Ελευθερίας της γνώσης Ι

Το ερώτημα του τρόπου με τον οποίο παράγεται ελεύθερα η γνώση στα πλαίσια ενός σχολείου, συνδέεται άμεσα με τον τρόπο που ορίζουμε την έννοια της ελευθερίας… Η παραδοσιακή (μοντέρνα) θεώρηση της ελευθερίας έχει την προέλευση της στις διάφορες θεωρίες (πλατωνικές κατά βάση) αποξένωσης του υποκειμένου από κάποια ανώτερη ουσία (συνείδηση, θέση κλπ), η οποία είναι συστατική της ταυτότητας του. Χωρίς να μακρυγορώ παραπέμπω τους φίλους μπλόγκερ σε ολόκληρη την κριτική του ρεύματος του μεταμοντερνισμού στις παραδοσιακές θεωρίες. Οποιαδήποτε προσέγγιση αυτού του είδους της έννοιας της ελευθερίας, οδηγείται στην ανάγκη ύπαρξης μίας σειράς ενδιάμεσων υποκειμένων (συλλογικών, ατομικών, όπως είναι οι φιλόσοφοι στο έργο του Πλάτωνα, οι αντιπρόσωποι στη σύγχρονη “αντιπροσωπευτική δημοκρατία”, στο κόμμα της μαρξιστικής θεωρίας, στον ψυχαναλυτή της φροϋδικής θεωρίας κλπ), τα οποία μεσολλαβούν για την απελευθέρωση των ανελεύθερων.

Αντίθετα αν θεωρήσουμε την ελευθερία από την πλευρά των παρατηρητών, ή πιο απλά των φορέων της δράσης, οι οποίοι είναι αυτόνομα υποκείμενα τότε είμαστε υποχρεωμένοι να παραγκωνίσουμε τις παραπάνω διαμεσολλαβήσεις. Αυτός που δρα δεν αποτελεί ένα θύμα των συνθηκών αποξένωσης του αλλά είναι ο ίδιος δημιουργός των συνθηκών αυτών…. Δέχεται ή όχι το βαθμό ελευθερίας που του ορίζουν και επιλέγει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό το μονοπάτι προσαρμογής του στις εξωτερικές συνθήκες πάντα σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της δικής του ταυτότητας.

Brain school machines II

Οι δύο blogoφιλες θέτουν δύο βασικά ζητήματα όσον αφορά την ανάδυση του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα.

Ζήτημα πρώτο οι βαθμοί ελευθερίας και αυτοπροσδιορισμού των υποκειμένων, που συμμετέχουν στη θέσμιση του σχολείου.

Ζήτημα δεύτερο η σχέση ανάμεσα στην παραγωγή και αναπαραγωγή της γνώσης σε συνθήκες ρίσκου.

Όσον αφορά το πρώτο ζήτημα η γνώμη μου είναι ότι αν θέλουμε να μεταμορφώσουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα σε ένα πεδίο ελευθεριακών καταστάσεων, οφείλουμε πρώτα να μεταμορφώσουμε την προσέγγιση μας απέναντι στο ζήτημα της ελευθερίας.

Η παραδοσιακή θεωρία προσεγγίζει την ελευθερία στη βάση της σύγκρουσης ανάμεσα σε καλό και κακό, κατώτερους και ανώτερους, ελεύθερους και σκλάβους, αλλοτριωμένους και μη, αστούς και εργάτες, κυρίαρχους και κυριαρχούμενους. Σε όλες τις προσεγγίσεις η ελευθερία ορίζεται τελικά ως η συνισταμένη των δυνάμεων σύγκρουσης. Η άποψη μου τείνει να βλέπει την ελευθερία ως μία κατάσταση η οποία αναδύεται και δεν ανάγεται σε κάποια υπεριστορικά αίτια. Δηλαδή η ελευθερία είναι μία διαρκής κατάσταση συγκρούσεων και συναινέσεων ανάμεσα στις κοινωνικές συνθήκες και τους φορείς της δράσης, οι οποίες δεν αθροίζονται σε ένα συγκεκριμένο επίσης υπεριστορικό αποτέλεσμα – ουτοπία, παράδεισος, σοσιαλισμός…

Η σχέση ανάμεσα στους φορείς της δράσης (στο σχολείο αυτοί είναι: οι μαθητές, οι καθηγητές, οι διοικητικοί υπάλληλοι, οι προϊστάμενοι της εκπαίδευσης, οι δομές του εκπαιδευτικού συστήματος, η πολιτική ηγεσία, οι παράλληλοι στο σχολείο θεσμοί – φροντιστήρια κλπ κλπ, κλπ) δεν είναι ούτε ελεύθερες ούτε ανελεύθερες. Οι φορείς της δράσης σε κάθε στιγμή επιλέγουν – ακόμα και στα πλαίσια των πλέον αυταρχικών θεσμών – την προσωπική τους πορεία μέσα στα δίκτυα της ενδοσχολικής επικοινωνίας. Για παράδειγμα η αδιαφορία ενός μαθητή για το μάθημα της κοινωνιολογίας είναι μία επιλογή, η οποία απορρέει από τις δομές του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά δεν καθορίζεται από αυτές… Η ευθύνη της αδιαφορίας πρέπει να αναζητηθεί τόσο στην πλευρά του μαθητή όσο και στην πλευρά του θεσμού…. όταν η επικοινωνία αποτυγχαίνει το πρόβλημα τοχουν και τα δύο μέρη…. όμως κατά τη γνώμη μου η αδιαφορία του μαθητή είναι ελευθερία (μπορεί να μην μαρέσει, να με προσβάλει, να με αποτελειώνει) στο βαθμό που είναι επιλογή του.

Επομένως η ελευθερία στην άποψη δε συνδέεται με κάποιες “αλήθειες” απαράβατες και ανιστορικές αλλά με τη δυνατότητα των ατόμων να επιλέγουν χωρίς να δημιουργούν πρόβλημα στην επικοινωνία.
Τώρα από τα προηγούμενα ίσως αναδείχτηκε η πολυπλοκότητα του σχολικού θεσμού. Η πολυπλοκότητα παράγει ένα περιβάλλον αβεβαιότητας αλλά και εναλλακτικών επιλογών για τα υποκείμενα.
Η αβεβαιότητα έχει να κάνει με την αδυναμία των υποκειμένων να προβλέψουν τη μελλοντική εξέλιξη των επιλογών τους, ενώ οι πολλές εναλλακτικές επιλογές στα σταυροδρόμια της ζωής του αυξάνουν τόσο την ελευθερία των επιλογών όσο και την αβεβαιότητα. Το ρίσκο είναι ακριβώς η αβεβαιότητα αλλά και η δυνατότητα επιλογής διαφορετικών δρόμων. Στο σημείο αυτό διαχωρίζω τη θέση μου από εκείνες τις αντιλήψεις, οι οποίες θεωρούν το ρίσκο ως πηγή ανασφάλειας και κινδύνου για τα υποκείμενα. Το ρίσκο είναι μία κατάσταση όπου κίνδυνος και ελευθερία συνυπάρχουν και συνδέονται με την ομορφιά της δημιουργίας. Ο κίνδυνος μίας άποψης που αναδεικνύει την αβεβαιότητα σε κυρίαρχο ζητούμενο της εκπαίδευσης ουσιαστικά αναπαράγει την κυρίαρχη κουλτούρα του ρίσκου, όπως αυτή παράγεται στο σύγχρονο κόσμο των δικτύων. Η πολιτική διαχείρισης του ρίσκου στο σύγχρονο κόσμο αυξάνει την επιτήρηση και τους μηχανισμούς μείωσης της ελευθερίας επιλογών των ατόμων, όπως αναλύω και στη θεωρία μου για το κυβερνοπτικό. (κάμερες, έλεγχος του DNA, παρακούθηση όλων των επικοινωνιακών σχέσεων των ατόμων, κλπ )

Επομένως το αμέσως επόμενο ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε είναι: πώς δημιουργούμε ελεύθερα γνώση;

Brain school machines

Συνηθίζω να λέω ότι οι άνθρωποι είμαστε οι επιλογές μας…

Το ερώτημα που διαρκώς τον τελευταίο καιρό διαπερνάει το σώμα μου είναι ο βαθμός ή οι βαθμοί ελευθερίας αυτών των επιλογών.

Τον τελευταίο χρόνο μέσα από την καθημερινή επαφή μου με τους έφηβους μαθητές-τριες μου, “δοκιμάζω” σε θεωρητικό, πρακτικό αλλά και στο βιωματικό επίπεδο τα όρια της θεωρίας της αυτοποίησης και/ ή αυτοοργάνωσης των ανθρώπων στα πλαίσια της πειθαρχίας του σχολείου.

Η θεωρία της αυτοποίησης (Luhmann) θέτει ως βασική αρχή της ανάδυσης των συστημάτων, τη δυνατότητα τους να προσαρμόζονται στα ερεθίσματα του κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα από τη διαφοροποίηση των δομών τους. Η διαφοροποίηση αυτή καθορίζεται από την ταυτότητα τους και όχι από το περιβάλλον. Ποιο απλά το περιβάλλον πυροδοτεί και δεν καθορίζει την ανάπτυξη των συστημάτων.

Όμως τι γίνεται στην περίπτωση των εφήβων μας, οι οποίοι καλούνται να δράσουν σε ένα τόσο αυταρχικό περιβάλλον όπως είναι το ελληνικό σχολείο; Σε ποιο βαθμό αναπτύσσουν την ελευθερία των επιλογών και κατά συνέπεια τηn προσωπική ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας τους;

Η επικοινωνία στα πλαίσια του ελληνικού σχολείου είναι μονόδρομη (καθηγητή προς μαθητή) συμβάλλοντας στην αναπαραγωγή όλων των αυταρχικών αντιδημοκρατικών συνηθειών (habitus) της ελληνικής κοινωνίας. Πιο απλά το σχολείο μας παράγει “φυτά” σε συνθήκες θερμοκηπίου απαγορεύοντας την αυτόνομη ανάπτυξη της προσωπικότητας των εφήβων μας.

Παράλληλα κάθε πράξη των μαθητών, η οποία φανερώνει άμεσα ή έμμεσα την αμφισβήτηση των δομών, των στόχων, των αξιών της εκπαίδευσης (κοντές φούστες στις παρελάσεις, άρνηση παρελάσεων, καταλήψεις, επικοινωνιακός “θόρυβος” στην τάξη, μουτζούρωμα του θρανίου, κλπ) καταδικάζεται από όλους τους “ώριμους” θεσμούς των ενήλικων. Με τη θέση μου αυτή δεν προσπαθώ να “ιδεολογικοποιήσω” ή αλλιώς να “νομιμοποιήσω” οποιαδήποτε μορφή μαθητικής αντίδρασης… η οποία ενίοτε μετατρέπεται σε διεκδίκηση και πολιτική αμφισβήτηση του τετριμένου.

Απλά θέτω στην κρίση σας την ανάγκη να θέσουμε τον εαυτό μας δίπλα και όχι απέναντι στους αυριανούς συμπολίτες μας, καταλαβαίνοντας το γιατί και όχι το πώς των “εξεγέρσεων” τους…

Νάουσα: Μία θεά ξαπλωμένη στο ντιβάνι του Βερμίου

Καιρός επιτέλους χειμωνιάτικος…. Δύο καλοί φίλοι… λίγο κρασί δίπλα στο τζάκι…. σχολιάζοντας την καθημερινή μας απόσταση…. απόσταση από τα κέντρα των αποφάσεων, τους κεντρικούς κόμβους της ροής πληροφοριών στο Ελλαδιστάν…. Και όταν γλυκά νοσταλγούμε τους κυβερνητικούς “θορύβους” των Πόλεων, υγραίνουμε το στόμα με μία γουλιά σκληρό ξινόμαυρο κρασί…. και επιστρέφουμε στον “κυβερνοτόπο” μας…. Ποιος είπε ότι ο χώρος συγκεντρώνεται, ότι ο χρόνος κυλά αργά μες την επαρχία…. Στερεότυπα σεντόνια που καλύπτουν τη “μίζερη” απόσταση των Ηοmo- cybers…. την καθημερινή βουτιά τους στους ωκεανούς της αποξένωσης…
Στον κυβερνοτόπο μας η πληροφορία αποκτά χρώμα, ήχο, γεύση και αφή…. Καλύπτουμε το “θόρυβο” με το διονυσιακό χορό μας…. Περίπατοι στο βουνό…. Σκαρφάλωμα σε βράχια….. Μύηση των έφηβων της πόλης μας…. στο δικό μας/σας “Τόπο”…. Τον Τόπο του Ποτέ…. και του Πουθενά…. Ασύρματοι εραστές του ονείρου…..
“είμαστε ελεύθεροι γιατί το επιλέξαμε” (Κορνήλιος Καστοριάδης)

Κυβερνοπτικό: η μετάλλαξη της εξουσίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Μέρος ΙI

……
Σε έναν κόσμο που υπάρχει η ανάγκη της διαρκούς ταυτοποίησης μέσω μικροπολιτικών της εξουσίας και διαχείρισης του ρίσκου, η επιτήρηση μεταστρέφει την προσοχή της σε ένα σώμα = έγγραφο πηγή δεδομένων για πρόβλεψη της «μελλοντικής» συμπεριφοράς του. Η αναγνώριση της ταυτότητας ενός προσώπου εξαρτάται από τρία πράγματα: Το σώμα, τη μνήμη, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Ένα πρόσωπο είναι ένα κοινωνικό όν, το οποίο ταυτοποιείται μέσω των άλλων. Το σωματοποιημένο υποκείμενο όμως διαθέτει και χειρίζεται τη δική του ιστορία, το δικό το παρελθόν. Η προσωπική ιστορία του καθενός είναι μέρος της ταυτότητας του. Τα υποκείμενα «είναι υπεύθυνα για τις πράξεις τους» στα πλαίσια της κοινωνικής τους ενσωμάτωσης, των λειτουργιών και των δράσεων τους που δεσμεύονται να υλοποιήσουν στη βάσης των κοινωνικών προσδοκιών. (Davis Lyon 2001:72)
Το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα η επέκταση των συστημάτων επιτήρησης βασίστηκε στην ταυτοποίηση των υποκειμένων μέσω εγγράφων. (όπως για παράδειγμα είναι τα πιστοποιητικά γεννήσεως, τα διπλώματα οδήγησης, οι κάρτες κοινωνικής ασφάλισης, τα διαβατήρια, τα τραπεζικά βιβλία και οι πιστωτικές κάρτες. Από τη δεκαετία του ’70 υπάρχει μία μετατόπιση της επιτήρησης από «ταυτοποίηση» μέσω εγγράφων στον «άμεσο έλεγχο». (Davis Lyon 2001:73) Η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών επέτρεψε την ηλεκτρονική διασταύρωση στοιχείων μέσα από ένα δίκτυο διάχυτων συστημάτων υπολογιστών και κατά συνέπεια ένα συνεπή τρόπο ταυτοποίησης. Οι διαδικασίες αυτές επιταχύνθηκαν από την ανάδυση της κουλτούρας του ρίσκου. Με σκοπό να προλαμβάνονται η φύση και η έκταση ενός ρίσκου απαιτείται η ανάπτυξη μηχανισμών επιτήρησης οι οποίοι βασίζονται στη διαμόρφωση των δυνητικών προφίλ ρίσκου των προσώπων (Davis Lyon 2001:74) Με την κουλτούρα του ρίσκου η επιτήρηση και η ταυτοποίηση (επιβεβαίωση της ταυτότητας) αλλά και η ταυτότητα ενός ατόμου συνδέεται πλέον όχι μόνο με τις τροχιές της προσωπικής του ιστορίας (παρελθόν) αλλά και με τις τροχιές των πιθανών συμπεριφορών στο μέλλον. Με τον τρόπο αυτό τα άτομα προσομοιώνονται σε δυνητικές προσωπικότητες και η επιτήρηση τους δυνητικοποιείται με σκοπό να προβλέψει, να προλάβει, να καταστείλει παροντικά τις μελλοντικές συμπεριφορές. Το μέλλον παροντοποιείται, η εξέλιξη της προσωπικότητας παροντοποιείται και η εξουσία μετατρέπεται σε έναν κβαντικοποιημένο παροντικό μέλλον. Οι μικροφυσικές της μολονότι διατείνονται την ασφάλεια αυξάνουν το ρίσκο. Η διαχείριση της ελευθερίας ή καλύτερα των βαθμών ελευθερίας δράσης των ατόμων κερδίζει το έδαφος και κυριαρχεί πάνω στις πολιτικές απελευθέρωσης αυτών των βαθμών.i «Η επιτήρηση είναι συνεπής με την ανάδυση μίας συμπεριφοράς που ενδιαφέρεται περισσότερο για την πρόληψη των βέβαιων συμπεριφορών παρά για τα αίτια τους, ή τις κοινωνικές συνθήκες που τα γεννάν.» (Davis Lyon 2001:75)
Από την άλλη πλευρά και από τα τέλη της δεκαετίας του 70 η κίνηση και η δράση ενός προσώπου μέσα σε έναν ασφαλισμένο χώρο γίνεται με τη χρήση ενός κωδικού εισόδου (αριθμητικού και/ή λεξιλογικού) (password) Οι κωδικοί σε συνδυασμό με τα στοιχεία του φυσικού σώματος του ατόμου (μάτια, παλάμη, αποτύπωμα δακτύλου, πρόσωπο, φωνή) παρουσιαζόταν στις μηχανές επιβεβαίωσης της εισόδου . Οι κωδικοί αυτοί αποθηκευόταν είτε στη φυσική μνήμη των ατόμων είτε σε μηχανικές κάρτες μνήμης. Σταδιακά αναπτύχθηκαν μέθοδοι μετατροπής του σώματος σε κωδικό εισόδου. Με τον τρόπο αυτό το σώμα μετατρέπεται σε ψηφιακό κείμενο υπενθύμισης της πρόσβασης/αποκλεισμού, κατανομής αρμοδιοτήτων και εξουσιών. (Davis Lyon 2001:75).ii
Τα δεδομένα τα οποία προέρχονται από το σώμα χρησιμοποιούνται για τον ίδιο σκοπό με τους συμβατικούς παραδοσιακούς μηχανισμούς της επιτήρησης δηλαδή για να ξεκαθαρίζουν και να ταξινομούν, να προσδιορίζουν την καταλληλότητα για επιλογή (eligibility), να προκρίνουν και να απορρίπτουν και τέλος για να περιλαμβάνουν και να αποκλείουν. Η νεωτερική εποχή της επιτήρησης χαρακτηρίζεται από μηχανισμούς εξωτερικούς στο σώμα. Το σώμα τοποθετείται στο χώρο, ελέγχεται, διακρίνεται και προκρίνεται από τα υπόλοιπα αλληλοδρώντα σώματα, με τη γνωστική εστίαση πάνω στο όνομα ή τον αριθμό (ταυτότητας, διαβατηρίου, κλπ) (Davis Lyon 2001: 70-71) Με την ανάπτυξη των τεχνολογιών της βιομετρίας, το σώμα ψηφιοποιείται σε bits πληροφορίας προσομοιώνοντας την δυνητική συμπεριφορά του μέσα στις δομές που καλείται να δράσει. iii Με την ανάπτυξη και της βιοτεχνολογίας το σώμα μετατρέπεται παραπέρα σε κωδικό εισόδου μέσω της ανάδυσης της βιο-επιτήρησης. Έτσι τα βιολογικά γενετικά χαρακτηριστικά του γονιδιακού υλικού των ατόμων προσομοιώνουν τις πιθανές τροχιές της ζωής τους προκειμένου να διακριθούν ή να αποκλειστούν τα κατάλληλα.iv
Αν «Το πανοπτικό παράγει υποκείμενα με επιθυμία για βελτίωση των ζωών τους. …. το υπερπανοπτικό θεσμίζει αντικείμενα, άτομα με διαχυμένες ταυτότητες, που μπορεί να μη συνειδητοποιούν τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι ταυτότητες ερμηνεύονται από τον υπολογιστή. … Η νεωτερική επιτήρηση έχει να κάνει με την εξατομίκευση, την προσεκτική διάκριση ανάμεσα σε υποκείμενα που τους αποδίδονται ταυτότητες. Αλλά η μετανεωτερική επιτήρηση προεκτείνει αυτή τη διαδικασία σε μία πολλαπλότητα ταυτοτήτων, τις οποίες διαχωρίζει και επανασυνδέει με τα άτομα τα δεδομένα των οποίων θεσμίζει. Επομένως οι ταυτότητες οι οποίες θεσμίζονται είναι προσομοιωμένες, ως μία εκδοχή της υπερπραγματικότητας (Hyperreality) του Baudrillard» (Davis Lyon 2001: 115-116)
Η προσομοίωση της επιτήρησης είναι η βασική διαφορά ανάμεσα σε πανοπτικό – το οποίο βασίζεται στην οργάνωση της επιτήρησης στου Bentham – και υπερπανοπτικό (Davis Lyon 2001: 109) Στο τελευταίο το υποκείμενο γίνεται υποκείμενο μίας επικοινωνίας και δεν αποτελεί απλά «αντικείμενο μίας πληροφόρησης» όπως στο Πανοπτικό (Foucault 1989: 265). Το πανοπτικό παρατηρεί μέσω μίας διαπερατής επιφάνειας ενώ το υπερπανοπτικό δομεί ένα αυτοαναφορικό σύστημα παρατήρησης 2ης τάξης όπου αυτό που παρατηρείται– δίκτυο, ομάδα, άτομο – είναι μέρος μίας διαδικασίας παρατήρησης που δυνητικά υπόκειται σε παρατήρηση. (Bogard 1996: 34, 35) Η παρατήρηση 1ης τάξης δε διακρίνει έναν επιτηρητή εμπλεκόμενου με τη δράση του στη θέσμιση της παρατήρησης, αλλά διαχέει το μύθο της ανεξαρτησίας τόσο από το περιβάλλον όσο και από την αυτοαναφορά του. (Bogard 1996: 26, Luhmann 2000) Στα πλαίσια της επιτήρησης η εξουσία πρέπει να είναι πάντα ορατή, ο επιτηρούμενος πρέπει να έχει πάντα μπροστά του την «επιβλητική φιγούρα του πύργου» ή στην περίπτωση του υπερπανοπτικού την κάμερα ή την απαγόρευση στην οθόνη του υπολογιστή του.
Η προσομοίωση των επιτηρησιακών διαδικασιών, με την ταυτόχρονη μετατροπή του σώματος που επιτηρούν σε ένα κυβερνοσώμα, όπου μηχανικά, οργανικά και πληροφοριακά μέρη γίνονται δυσδιάκριτα, μεταλλάσσουν τελικά το πανοπτικό σε μία κυβερνητική μηχανή ελέγχου της κοινωνίας. Τη μηχανή αυτή θα ονομάζουμε Κυβερνοπτικό.
i Εδώ θα εφιστούσαμε την προσοχή σε ένα χαρακτηριστικό των σύγχρονων κινημάτων που ακολουθώντας την μικροφυσικοποίηση των εξουσιών μπορεί να οδηγηθούν στην ενίσχυση αυτών των πολιτικών και κατά συνέπεια τον κατακερματισμό του ανθρώπου. Όπως ο λενινισμός ακολουθώντας το πρότυπο της ταιυλορικής παραγωγής και συναρμογής των ανθρώπινων δράσεων οδήγησε στο τερατούργημα των μαζικοποιημένων γραφειοκρατικών καθεστώτων.
ii Υπάρχουν πολλά παραδείγματα της χρήση των νέων βιομετρικών τεχνολογιών όπως για παράδειγμα Το σύστημα ποδοσφαιρικής νοημοσύνης της Μάντσεστερ το οποίο διαθέτει αποθηκευμένα στοιχεία και φωτογραφίες από παραβάτες της αθλητικής νομοθεσίας για αδικήματα βίας και βασίζεται στην βάση δεδομένων της Εθνικής Υπηρεσίας Εγληματικής Νοημοσύνης. Παρόμοια συστήματα υπάρχουν σε πολλά διεθνή αεροδρόμια στον κόσμο. Στο επίπεδο του γεννετικού υλικού είναι γνωστές οι τράπεζες δεδομένων εξακρίβωση του DNA που διαθέτουν Αμερική, Βρεττανία, Καναδάς και άλλοι. Στο επίπεδο της παρακολούθησης των εργαζομένων πολλές εταιρείες έχουν εισαγάγει τεστ για χρήση ναρκωτικών, γεννετική σάρωηση προκειμένου να είναι δυνατή η έγκαιρη διάγνωση μίας ασθένειας όπως ο καρκίνος του στήθους, των ωηθηκών, του εντέρου κλπ προκειμένου να προληφθεί η πιθανότητα πρόκλησης της ασθένειας σε περίπτωση έκθεσης σε καρκινογόνα υλικά. Οι εργαζόμενοι της Lotus σαρώνουν την παλάμη τους προκειμένουν να πάρουν τα παιδιά τους από τους παιδικούς σταθμού. Οι εργαζόμενοι της Coca Cola χρησιμοποιούν σαρωτές παλαμών για να επιβεβαιώνουν ότι οι κάρτες χτυπάν οι ίδιοι τις κάρτες του. Η MasterCard εισήγαγε ένα σύστημα δακτυλικών αποτυπωμάτων στις κάρτες της και η Berkeley National Laboratory χρησιμοποιούσε ιατρικές εξετάσεις ούρων και αίματος για εξακριβώσει αν οι εργαζόμενοι της είχαν σύφιλη, δρεπανοκυτταρική αναιμία (οι μαύροι αιτούντες εργασίας) και εγκυμοσύνη (οι γυναίκες αιτούσες εργασίας) Την ανίχνευση της ίριδας χρησιμοποιούν στις εγακταστάσεις τους CIA, OKI Electric Industries NCR Knowledge Lab in London κ.α Το FBI ξεκίνησε στις αρχές του 1990 την μετατροπή 40 εκατομυρίων δακτυλικών αποτυπωμάτων και αρχείων εγκληματικών αναφορών σε ψηφιακή μορφή. (Davis Lyon 2001:76, 79-81 κ.α)
iii Τέτοιες τεχνολογίες είναι η ανίχνευση της ίριδας, η επαλήθευση του δακτυλικού αποτυπώματος ενός χρήστη υπολογιστή από ειδικά «βιο-ποντίκια», η ανίχνευση της παλάμης κλπ. Οι τεχνολογίες αυτές χρησιμοποιούνται με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση σε εταιρείες , δημόσιους χώρους, δημόσια διοίκηση, υπηρεσίες υγείας, εργασιακούς χώρους .κλπ. Για μία παρουσίαση τέτοιων χρήσεων βλέπε στο Davis Lyon 2001:72, 75 και αλλού.
iv Για τις τεχνολογίες αυτές ενδιαφέρονται κυρίως οι ασφαλιστικές εταιρείες προκειμένου να μειώσουν το κόστος αλλά και τα κέρδη από τις παρεχόμενες υπηρεσίες. (Davis Lyon 2001:76)

Κυβερνοπτικό: η μετάλλαξη της εξουσίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Μέρος Ι

* Ο όρος Κυβερνοπτικό αποτελεί δικό μου νεολογισμό…. ουσιαστικά προσδιορίζει το σύνολο των μηχανισμών προσομοίωσης των επιτηρησιακών διαδικασιών, που μετατρέπουν το σώμα ως αντικείμενο επιτήρησης σε κυβερνοσώμα. Στο κυβερνοσώμα μηχανικά, οργανικά και πληροφοριακά μέρη γίνονται δυσδιάκριτα, με αποτέλεσμα τη μετάλλαξη του πανοπτικού σε μία κυβερνητική μηχανή ελέγχου της κοινωνίας. Τη μηχανή αυτή θα ονομάζουμε Κυβερνοπτικό. Από τη συζήτηση που θα ακολουθήσει ελπίζουμε ο όρος να γίνει κατανοήσιμος…..

….. Στην παραδοσιακή οργάνωση των σχέσεων εξουσίας η άσκηση της πειθαρχίας θεσμίζεται ως ένα «δίκτυο σχέσεων» ιεραρχικής επιτήρησης (βιόκοσμος) κάθετα και οριζόντια αλλά και αντίστροφα, που δίνει «σταθερότητα στο σύνολο», το οποίο «καλύπτει ολότελα με στοιχεία εξουσίας, που στηρίζονται το ένα στο άλλο: επιτηρητές συνέχεια επιτηρούμενοι.» (Foucault 1989: 235) Οι σχέσεις αυτές συμπυκνώνονται στην Αρχιτεκτονική του Πανοπτικού, που συντελεί στη «αναμόρφωση» και «μεταμόρφωση των ατόμων» μέσω της διαρκούς ταξινόμησης, παρακολούθησης, μέτρησης και κανονικοποίησης της προσωπικότητας τους. Στο πλαίσιο του Πανοπτικού η πειθαρχική εξουσία λειτουργεί με δύο τρόπους: τη μορφή της δυαδικής αξιολόγησης, καταγραφής και κανονικοποίησης των ατόμων (τρελός – μη-τρελός, φυσιολογικός – μη-φυσιολογικός, επικίνδυνος – ακίνδυνος, κλπ) και τη μορφή του «καταναγκαστικού προσδιορισμού» (ποιος είναι, που πρέπει να βρίσκεται, πως αναγνωρίζεται, πως επιτηρείται κλπ). Οι πρακτικές αυτές θεσμίζονται σταδιακά στον κλάδο της οργανωτικής ή βιομηχανικής κοινωνιο-ψυχολογίας που προσεγγίζει τις εργασιακές οργανώσεις ως κοινωνικο-ψυχικά συστήματα παρά ως τα μηχανοποιημένα τμήματα του εργοστασίου της Επιστημονικής Διοίκησης.
Μέσω της γεωμετρικής εγκατάστασης των σωμάτων στο χώρο η εξουσία τελειοποιείται μεγιστοποιώντας τόσο τη δύναμη επιτήρησης όσο και τον αριθμό αυτών οι οποίοι επιτηρούνται. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στην εξουσία να δρα προληπτικά, αδιάλειπτα και αυτόματα οδηγώντας στη διαρκή εσωτερίκευση της. (Foucault 1989: 264-271) Έτσι ο απομονωμένος, διαρκώς ορατός επιτηρούμενος αποτελεί «αντικείμενο μίας πληροφόρησης, ποτέ υποκείμενο μίας επικοινωνίας»
Για τους Ericson & Haggerty η βιοεξουσία εγχειρηματοποιείται στους κοινωνικούς χώρους ανάμεσα σε κράτος και κοινωνία των πολιτών, συνδέοντας τους ανθρώπους με τη λογική της νόρμας. Στις σύγχρονες πρακτικές επιτήρησης και ελέγχου «η νόρμα αυτή συνδέεται με τις εκτιμήσεις για το ρίσκο, με τις στατιστικές πιθανότητες και επομένως με τις συμπεριφορές που παρατηρούνται ή εξομοιώνονται
Α. Σύμφωνα με το Foucault οι πειθαρχικές μέθοδες οδηγούν στην ανάπτυξη τεσσάρων τύπων ατομικότητας ή ατομικότητας με τέσσερα χαρακτηριστικά: Κυψελική ατομικότητα, που διαμορφώνεται στο επίπεδο της χωρικής κατανομής των δραστηριοτήτων – Οργανικής ατομικότητας, η οποία διαμορφώνεται στο επίπεδο της κωδικοποίησης των δραστηριοτήτων – Γεννετικής, που καθορίζεται στο επίπεδο της οργάνωσης και συσσώρευσης του χρόνου και της Συνδυαστικής που σχετίζεται με τη σύνθεση των δυνάμεων. Στους τύπους αυτούς αντιστοιχούν αντίστοιχες τεχνικές εξουσίας: οι Πίνακες, η Άσκηση και το Γυμνάσιο, οι Τακτικές. Οι τακτικές είναι η επιστήμη της οργάνωσης, διάταξης και κίνησης των στρατευμάτων. Θα λέγαμε στον 20ο αιώνα αυτές οργανώθηκαν κάτω από τον κλάδο του Επιστημονικού Μανατζμεντ.Θυμίζουμε ότι ο Foucault εντάσσει την ιεραρχική επιτήρηση (πειθαρχικό σύστημα), την τιμωρία (δικαστικό σύστημα) και την εξέταση (επιστήμη) στα τρία μέσα ορθής εκγύμνασης των σωμάτων. (Foucault 1989: 227-258)
Αυτή είναι και μία από τις διαφορές του Κυβερνοπτικού το οποίο στοχεύει στην επικοινωνία και τον έλεγχο των συστημάτων όχι απλά τη διαρκή παρακολούθηση του. Βλέπε την ανάλυση που ακολουθεί στη συνέχεια.
Η δόμηση της εξουσίας στο Πανοπτικό, συντελεί στη «αναμόρφωση» και «μεταμόρφωση των ατόμων» μέσω της διαρκούς ταξινόμησης, παρακολούθησης, μέτρησης και κανονικοποίησης της προσωπικότητας τους. Στα πλαίσια του η πειθαρχική εξουσία λειτουργεί με δύο τρόπους: τη μορφή της δυαδικής αξιολόγησης, καταγραφής και κανονικοποίησης των ατόμων (τρελός – μη-τρελός, φυσιολογικός – μη-φυσιολογικός, επικίνδυνος – ακίνδυνος, κλπ) και τη μορφή του «καταναγκαστικού προσδιορισμού» Η καταγραφή, η συλλογή των πληροφοριών είναι σημαντική για την επιτήρηση και τη διοικητική αποτελεσματικότητα και διατήρηση της εξουσίας. (Robins & Webster 1999: 92, Giddens να δω σε πρώτο κεφάλαιο)
Η παγκοσμιοποίηση ως διαδικασία ροών δεδομένων αποτελεί το πολύπλοκο περιβάλλον στο οποίο προσαρμόζουν τις λειτουργίες τους οι μηχανισμοί επιτήρησης. Η προσαρμογή αυτή γίνεται προς δύο κατευθύνσεις: α) προς το μακροεπίπεδο της επιτήρησης των ροών σε παγκόσμιο επίπεδο και β) προς το μικροεπίπεδο των ροών σε τοπικό επίπεδο φτάνοντας στο νανοεπίπεδο των σωμάτων των υποκειμένων. «Στις παγκόσμιες καταστάσεις η επιτήρηση απλώνεται, ώστε να γίνονται ολοένα και περισσότερο πράγματα σε απόσταση. Αντιπροσωπεύει ένα είδος απομακρυσμένου ελέγχου που είναι έμφυτος στην παγκοσμιοποίηση. Όσο οι παγκόσμιες ροές της τεχνολογίας, της πληροφορίας, των ανθρώπων, των εικόνων και των συμβόλων αυξάνεται σε όγκο, τόσο η επιτήρηση αναπτύσσεται για να ιχνηλατεί και να παρακολουθεί αυτές τις κινήσεις.» (Davis Lyon 2001:89) Η επιτήρηση επομένως ακολουθεί τη συναρμογή παγκόσμιων και τοπικών αλληλοδράσεων μεταξύ των συστημάτων σε αυτό που o Robertson έχει αποκαλέσει glocalization. (Robertson 1994) Έτσι τόσο στο επίπεδο της επιτήρησης της εργασίας όσο και σε αυτό της κατανάλωσης, ρέουν δεδομένα, διασχίζοντας τα παραδοσιακά σύνορα και παγκοσμιοποιώντας το χώρο των ροών αν και η υλοποίηση, σωματοποίηση και εσωτερίκευση αυτών των μηχανισμών γίνεται τοπικά
Από την άλλη πλευρά η κουλτούρα και κοινωνία του ρίσκου αναγκάζει τα συστήματα επιτήρησης α) να ιχνηλατούν τις παρελθοντικές κινήσεις των υποκειμένων και β) να προσπαθούν να προβλέψουν τις μελλοντικές ροές πληροφορίας. (Davis Lyon 2001:89, 122) Η διαδικασία οργάνωσης της επιτήρησης σε παγκόσμιο-τοπικό επίπεδο αλλά και η επέκταση της στην πρόβλεψη των μελλοντικών ροών δεν οδηγεί σε ένα παγκόσμιο πανοπτικό. «Η παγκόσμια επιτήρηση υπάρχει στους νέους χώρους των ροών, στα κανάλια και τα δίκτυα. Η εξουσία είναι ζωτική σε μία τέτοια επιτήρηση αλλά είναι αποκεντρωμένη…» (Davis Lyon 2001:90) Ουσιαστικά η εξουσία καθοδηγείται από αυτούς οι οποίοι ελέγχουν τους διακόπτες στα κομβικά σημεία των μητροπολικών δικτύων.
Η προκαταστολή και η πρόβλεψη της δυνητικά εγκληματικής συμπεριφοράς βασίζεται σε όλες τις κοινωνικές θεσμοποιήσεις του κυβερνοπτικού όπως αυτές διαμορφώνονται στα πλαίσια της κοινωνίας σε βιολογικό (βιομετρική καταστολή), ψυχολογικό (ψυχομετρία), κοινωνικό (συστήματα επιτήρησης προσομοίωσης), πολιτισμικό επίπεδο. Η σύζευξη βιολογικών, τεχνολογικών, και κοινωνικόψυχολογικών μεθόδων παρατήρησης, μέτρησης και καταστολής της συμπεριφοράς, δεν αποτελούν τίποτα άλλο από το θρίαμβο του κυβερνητικού ελέγχου πάνω στον άνθρωπο. Θα λέγαμε ότι η εξουσία μεταλλάσσεται από μία εξουσία πάνω στα επιμέρους κοινωνικά και/ή ψυχικά συστήματα σε μία εξουσία στο σύνολο του βιόκοσμου (Habermas) ή αλλιώς σε μία βιοπολιτική της νανοεξουσίας (νανοτεχνολογία-νανορομποτική νανοέλεγχος). Ήδη από το 17ο αιώνα η εξουσία διαμορφώνεται από δύο πόλους οι οποίοι δεν είναι αντιθετικοί. Ο ένας πόλος έχει ως κεντρικό σημείο το σώμα σαν μηχανή: «το ντρεσάρισμα του, την αύξηση των ικανοτήτων του, την απόσπαση των δυνάμεων του, την ανάπτυξη του μέσα σε αποτελεσματικά και οικονομικά συστήματα ελέγχου» και εντάσσονται στην ανατομικο-πολιτική του ανθρώπινου σώματος, η οποία εξασφαλίζεται από τους επιστημονικούς κλάδους. Ο άλλος πόλος αναπτύσσεται από τα μέσα του 18ου αιώνα και έχει ως κεντρικό σημείο του το σώμα- είδος «το σώμα που διασχίζεται από τη μηχανική του ζώντος και που χρησιμεύει σαν στήριγμα στις βιολογικές διαδικασίες: πολλαπλασιασμός, γεννήσεις, και θνησιμότητα, επίπεδο υγείας…. η ανάληψή τους γίνεται με μία ολόκληρη σειρά από επεμβάσεις και ρυθμιστικούς ελέγχους: μία βιοπολιτική του πληθυσμού.» Η χειραγώγηση των σωμάτων και η διαχείριση της ζωής γίνεται το σύμβολο της κυρίαρχης εξουσίας που ο Φουκώ αποκαλεί βιοεξουσία (Foucault 1982: 170-1)
Ο Mark Poster παρατηρεί ότι «ο Foucault δεν ακολουθεί μέσω μίας θεωρίας της δύναμης τους Λόγου, όσο μέσω της διακήρυξης της μέσω των διάσημων ιστοριών της τιμωρίας και της σεξουαλικότητας. Ο Λόγος (discourse) αποκαλύπτει τη Δύναμη του θέτοντας το υποκείμενο σε σχέση με τη δομή της κυριαρχίας με τέτοιο τρόπο ώστε αυτές οι δομές δρουν πάνω του/ της. Η δύναμη του πανοπτικού δεν βρίσκεται απλά σε ένα (υποτιθέμενα) υπερ-παρατηρητή φρουρό. Εκδηλώνεται μάλλον με τέτοιο τρόπο ώστε ολόκληρος ο Λόγος και η πρακτική του συστήματος να πιέζει, θεσμίζοντας το υποκείμενο ως εγκληματικό και να το κανονικοποιεί σε μία επανένταξη ή όπως πίστευε ο Bentham σε μία ηθική αναδιαμόρφωση. Για τον Poster οι βάσεις δεδομένων των υπολογιστών φέρνουν τις αρχές του πανοπτικού από τη φυλακή μέσα στην κοινωνία για να εγχειρίσουν ως ένα ‘υπερπανοπτικό’, αναδιαμορφώνοντας για μία ακόμα φορά το υποκείμενο.» Για τον Poster οι βάσεις δεδομένων είναι διαμορφώσεις της γλώσσας (configurations of language) (Davis Lyon 2001:114-5)
Στην παραδοσιακή πανοπτική εξουσία η τιμωρία των παρεκλίνουσων συμπεριφορών αναγάγουν τις πράξεις και τις ατομικές συμπεριφορές σε ένα σύνολο που είναι ταυτόχρονα: πεδίο σύγκρισης, χώρος διαφοροποίησης, θεμελιακή αρχή ενός κανόνα που πρέπει να τηρείται. Σε ένα δεύτερο επίπεδο η «τέχνη της τιμωρίας» διαφορίζει τα άτομα τόσο στη βάση των ατομικών τους χαρακτηριστικών όσο και σε σχέση με τον γενικό κανόνα, ο οποίος λειτουργεί ως αφετηρία μίας πράξης, ως μέσο τήρησης μίας ενδεδειγμένης συμπεριφοράς, και ως βέλτιστο όριο. Το όριο αυτό οδηγεί την τιμωρία στην ποσοτική μέτρηση και ιεράρχηση των ικανοτήτων, του επιπέδου και της φύσης των ατόμων σε μία ταξινόμηση. Μέσω αυτής της ταξινόμησης εξαναγκάζει σε συμμόρφωση και προσομοίωση των συμπεριφορών, χαράσσοντας τα αυτοποιητικά όρια που προσδιορίζουν τη διαφορά σε σχέση με το μη- κανονικό αποκλείοντας τους παραβάτες. Έτσι η κανονικοποίηση των ατόμων διέρχεται μέσω της σύγκρισης, της διαφοροποίησης, της ιεραρχίας, της συμμόρφωσης και του αποκλεισμού των ατόμων. (Foucault 1989: 242-3)
Στην κοινωνία του ρίσκου η τέχνη της τιμωρίας μετατρέπεται σε τέχνη της πρόληψης των δυνητικών κινδύνων και αποτροπής των υποκειμένων από την παραβατική συμπεριφορά. Τα πέντε στάδια της κανονικοποίησης μεταλλάσσονται στα πλαίσια των κυβερνητικών τεχνικών της σύγχρονης εξουσίας και ψηφιοποιούνται σε συσσωρευμένες πληροφορίες τεράστιων βάσεων δεδομένων. Οι βάσεις δεδομένων των προσώπων «συνδέουν σύμβολα ταυτοποίησης (identifying symbols) όπως αριθμούς κοινωνικής ασφάλισης, της κυβέρνησης με διακριτές εγγραφές – αρχεία προνομίων ή πληρωμής φόρων. Στην περίπτωση των εταιρειών γίνονται εγγραφές –αρχεία των αγορών και άλλων συναλλαγών ώστε να δημιουργείται μία εικόνα της νόμιμης συμμόρφωσης ή των αγοραστικών συνηθειών. Το υποκείμενο πολλαπλασιάζεται και αποκεντρώνεται στη βάση δεδομένων, δρώντας μέσω απομακρυσμένων υπολογιστών κάθε φορά που μία εγγραφή επαληθεύεται αυτόματα ή ελέγχεται απέναντι σε μία άλλη, χωρίς καν να αναφέρεται στο άτομο που αφορά. Η βάση δεδομένων ως γλώσσα εκτελεί συγκεκριμένες δράσεις. Οι υπολογιστές γίνονται ‘μηχανές για την παραγωγή ανακτώμενων ταυτοτήτων’ (Poster).» (Davis Lyon 2001:115, 121 κ.α)
Ενδεικτική είναι η συνεργασία USA UK η οποία απλώθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο και είναι γνωστή ως Comint (communications intelligence). Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο ξοδεύονται 15-20 δις Ευρώ από τις ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία Καναδά και άλλες τριάντα χώρες σε όλο τον κόσμο. Σκοπός της Comint είναι πρόσβαση σε κάθε μορφή επικοινωνίας σε πολλές χώρες στον κόσμο. Από το 1990 η επιτήρηση των επικοινωνιών επεκτάθηκε και στο διαδίκτυο. Το σύστημα εξελίχθηκε τελικά στο γνωστό μας ECHELON (Davis Lyon 2001:94-6) Στη δεκαετία του 90 η NSA και μία σειρά εταιρειών όπως η Lotus, Microsoft, Netscape, συμφωνούν να μειώσουν το επίπεδο της ασφάλειας του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και των διαδικτυακών συστημάτων 97) ….. Συνεχίζεται……