Massimo De Angelis “Το ξεκίνημα της ιστορίας, αξιακοί αγώνες και παγκόσμιο κεφάλαιο”

Κάντε κλικ πάνω στο εξώφυλλο για να κατεβάσετε το βιβλίο σε μορφή pdf

 

Mετά από δύο και πλέον χρόνια μετάφρασης και επιμέλειας στη γλώσσα μας, σας προωθώ το βιβλίο του Massimo De Angelis “Το ξεκίνημα της ιστορίας, αξιακοί αγώνες και παγκόσμιο κεφάλαιο”. Μία ανάλυση που προσπαθεί να ρίξει φως στους αγώνες μας σε παγκόσμιο επίπεδο, από την πλευρά της ταξικής πάλης, σύγκρουσης και αποσύνδεσης μας από τον καπιταλισμό και το κράτος. Ο Massimo συνδυάζοντας την κριτική ανάλυση του Μαρξ, με τις σύγχρονες προσεγγίσεις της κυβερνητικής και των θεωριών της πολυπλοκότητας όπως αυτή του φράκταλ, την πανοπτική αρχιτεκτονική του Μπένθαμ και την κριτική του Φουκώ, την κοινωνία του ελέγχου του Ντελέζ, τη νεοφιλελεύθερη θεωρία του Χάγιεκ και την ιδεολογική της κυριαρχία, τις θεωρίες της παγκοσμιοποίησης κ.α, καταφέρνει να διαυγάσει τους αγώνες μας για τα κοινά από το τοπικό στο παγκόσμιο και πίσω πάλι, από το μικρο στο μακρο επίπεδο, από το παρελθόν στο μέλλον.

Το πιο σημαντικό όμως σημείο της ανάλυσης του κατά τη γνώμη μου, βρίσκεται στο γεγονός ότι η αφετηρία της κριτικής του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος τοποθετείται από την οπτική των περιφράξεων και της καπιταλιστικής συσσώρευσης, το ρόλο του κράτους και της βίας σε αυτή. Μία κριτική που βασίζεται στα κλασικά κείμενα του Μαρξ, που αν και θα έπρεπε να τον οδηγήσουν στο λογικό πολιτικό συμπέρασμα της άρνησης του Κράτους (όπως εξάλλου έκαναν οι αναρχικοί/ες από εκείνα τα χρόνια) αυτό δεν έγινε.

Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, απέναντι στην πολιτική των δομικών αναδιαρθρώσεων και των περιφράξεων από κεφάλαια και κράτη στον παγκόσμιο Βορρά και Νότο, αναδύονται κινήματα μιας άλλης παγκοσμιοποίησης που θέτουν διαρκώς τη θέσμιση νέων κοινών και νέων μορφών οργάνωσης βάσης, που αμφισβητούν την παγκόσμια επέλαση των κρατών και των κεφαλαίων. Τα κινήματα για τα κοινά ορίζουν, διαλέγονται, θεσμίζουν νέες αξίες και μέτρα που αμφισβητούν κι έρχονται σε σύγκρουση με τις αξίες και τα μέτρα που θέτει το κεφάλαιο σε όλους τους τομείς της καθημερινής μας ζωής.

Το βιβλίο του Massimo – αν και η πρώτη του έκδοση έγινε το 2007 λίγο πριν τη δίνη της παγκόσμιας κρίσης – ξαναφέρνει στο προσκήνιο ανανεωμένη την θεωρία της διαρκούς ταξικής πάλης, που όπως προτείνει και στο τέλος ο ίδιος, οφείλει να υπερβεί τις παραδοσιακές ταυτότητες του Αναρχισμού, του Κομμουνισμού και του Σοσιαλισμού, στην κατεύθυνση της παραδοχής της πολλαπλότητας των ενεργών υποκειμένων, που στη βάση της δημοκρατικής αυτοκυβέρνησης, των κοινών, και της αυτοθέσμισης μπορούν να οδηγήσουν στην τελική ρήξη με το Κράτος και το Κεφάλαιο για τον Κομμουνισμό και την Αναρχία.

Το κείμενο στα αγγλικά είναι δύσκολο, και ακόμα δυσκολότερη είναι η ακριβής απόδοση του στα ελληνικά. Είναι βέβαιο πως θα βρείτε γραμματικά και συντακτικά λάθη. Όλες οι παρατηρήσεις σας που μπορούν να βοηθήσουν στην καλύτερη απόδοση του κειμένου είναι καλοδεχούμενες και θα βοηθήσουν σε μία επόμενη πιθανά βελτιωμένη έκδοση του βιβλίου. Τις παρατηρήσεις σας μπορείτε να τις στέλνετε στο μέηλ μου saras@riseup.net. Το βιβλίο μπορεί να ανακτηθεί κι από την ιστοσελίδα μου στη διεύθυνση https://autopoiesis.squat.gr/

Η παρούσα ηλεκτρονική έκδοση του βιβλίου του Massimo De Angelis είναι ελεύθερη για κοινή χρήση από το ανταγωνιστικό κίνημα, και τους κοινωνικούς ερευνητές και ερευνήτριες, στην κοινή προσπάθεια μας για την δημιουργία ενός κόσμου χωρίς περιφράξεις κι εκμετάλλευση. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται η εμπορευματική εκμετάλλευση του κειμένου με οποιονδήποτε τρόπο. Για την καλύτερη διάδοση της προσέγγισης των κοινών που συζητιούνται στο παρόν κείμενο ας κάνουμε το αυτονόητο, ενισχύοντας κοινωνικά και οικονομικά τις εγχώριες και διεθνείς κοινότητες και δομές οργάνωσης, αλληλεγγύης και αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Συντροφικά και από τα κάτω

Θοδωρής Σάρας

Saul Newman Πόλεμος στο κράτος: Ο αναρχισμός του Στίρνερ και του Ντελέζ

Κατεβάστε το κείμενο από εδώ.


Ανάκτηση από The Anarchist Library Anti-Copyright May 21, 2012


Μετάφραση: Θοδωρής Σάρας Αύγουστος 2012


 Συχνά η επιρροή του Μαξ Στίρνερ στη σύγχρονη πολιτική θεωρία παραβλέπεται. Ωστόσο, στην πολιτική σκέψη του Στίρνερ μπορεί να βρεθεί μια εκπληκτική σύγκλιση με τη μεταδομιστική θεωρία, ιδίως όσον αφορά τη λειτουργία της εξουσίας. Ο Andrew Koch, για παράδειγμα, βλέπει τον Στίρνερ ως στοχαστή που ξεπερνά τη χεγκελιανή παράδοση, στην οποία τοποθετείται συνήθως, υποστηρίζοντας ότι το έργο του είναι ένας προάγγελος των μεταδομιστικών ιδεών για τα θεμέλια της γνώσης και της αλήθειας (Koch, 1997). Ο Koch υποστηρίζει ότι η ατομικιστική πρόκληση του Στίρνερ στις φιλοσοφικές βάσεις του κράτους πηγαίνει πέρα από τα όρια της παραδοσιακής δυτικής φιλοσοφίας, παρουσιάζοντας μια πρόκληση για την μεταφυσική της επιστημολογίας. Από το πρίσμα αυτό μεταξύ Στίρνερ και μεταδομιστικής επιστημολογίας, που τέθηκε από τον Koch, θα εξετάσω τη σύγκλιση του Στίρνερ με ένα συγκεκριμένο μεταδομιστή στοχαστή, τον Ζιλ Ντελέζ, όσον αφορά το θέμα της κρατικής και της πολιτικής εξουσίας. Υπάρχουν πολλοί σημαντικοί παραλληλισμοί μεταξύ αυτών στοχαστών, και οι δύο μπορούν να παρουσιαστούν, με διαφορετικούς τρόπους, ως αντι-κρατιστές, αντιεξουσιαστές φιλόσοφοι. Θέλω να δείξω τον τρόπο με τον οποίο η κριτική του Στίρνερ στο Κράτος προεξοφλεί τη μεταδομιστική απόρριψη από τον Ντελέζ της σκέψης του κράτους, και το πιο σημαντικό, τους τρόπους με τους οποίους ο αντι-ουσιοκρατικός, μετά-ανθρωπιστικός αναρχισμός των δύο στοχαστών υπερβαίνει και, επομένως, αντικατοπτρίζει, τα όρια του κλασικού αναρχισμού. Το κείμενο εξετάζει τoυς δεσμούς μεταξύ της ανθρώπινης ουσίας, της επιθυμίας και της εξουσίας που διαμορφώνουν τις βάσεις της κρατικής εξουσίας. Έτσι, ενώ Κοχ εστιάζει στην απόρριψη του Στίρνερ των επιστημολογικών θεμέλιων του Κράτους, η έμφαση του κειμένου είναι στη ριζοσπαστική οντολογία του Στίρνερ- το ξεσκέπασμα των λεπτών συνδέσεων μεταξύ ανθρωπισμού, επιθυμίας και εξουσίας. Θα ήθελα επίσης να υποστηρίξω ότι αυτή η κριτική της ανθρωπιστικής εξουσίας, με την οποία τόσο ο Στίρνερ όσο και ο Ντελέζ ασχολούνται μπορεί να μας παρέχουν σύγχρονες στρατηγικές για την αντίσταση στην κυριαρχία του κράτους.

Πρέπει να γίνει κατανοητό, ωστόσο, ότι ενώ υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες μεταξύ του Στίρνερ και του Ντελέζ, υπάρχουν επίσης πολλές διαφορές, και, για πολλούς λόγους, μπορεί να μοιάζει ασυνήθιστη η προσέγγιση να φέρουμε κοντά τους δύο στοχαστές. Για παράδειγμα, ο Στίρνερ ήταν, μαζί με τον Μαρξ, ένας από τους νεαρούς Χεγκελιανούς, των οποίων το έργο αναδείχθηκε ως μία εξαιρετικά ατομιστική κριτική του γερμανικού ιδεαλισμού, ιδιαίτερα του Φόυερμπαχ και του Χέγκελ. Ο Ντελέζ, από την άλλη πλευρά, ήταν ένας φιλόσοφος του εικοστού αιώνα, ο οποίος, μαζί με τον Φουκώ και τον Ντεριντά, θεωρείται ως ένα από τους κύριους “μεταδομιστές” στοχαστές. Ενώ το έργο του Ντελέζ μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως μια επίθεση στο χεγκελιανισμό, ακολουθεί διαφορετικά και πιο ποικίλα μονοπάτια, από την πολιτική και την ψυχανάλυση, ως τη λογοτεχνία και τη θεωρία του κινηματογράφου. Ο Στίρνερ δεν θεωρείται γενικά ως “μεταδομιστής”, και, εκτός από το πρωτοποριακό άρθρο του Koch (Koch 1997) και το έργο του Ντεριντά για τον Μαρξ (Ντεριντά 1994), δεν έχει λάβει ουσιαστικά καμία προσοχή, υπό το πρίσμα της σύγχρονης θεωρίας. Ωστόσο, και αυτό είναι ίσως το πρόβλημα με ετικέτες όπως ο “μεταδομισμός”, υπάρχουν πολλά κρίσιμα επίπεδα σύγκλισης μεταξύ των δύο αυτών φιλοσόφων – ιδιαίτερα στην κριτική της πολιτικής κυριαρχίας και της εξουσίας – στα οποία μπορεί κάποιος να δώσει έμφαση, και η οποία θα μπορούσε να αμφισβητηθεί αν κάποιος κολλήσει σε αυτές τις ετικέτες. Είναι ακριβώς αυτή η απόρριψη της τυραννίας των «ετικετών», των ουσιοκρατικών ταυτοτήτων, των αφαιρέσεων και των «συμπαγών ιδεών» – αυτή η επίθεση στις εξουσιαστικές αντιλήψεις που περιορίζουν τη σκέψη – στις οποίες ο Στίρνερ και ο Ντελέζ πέτυχαν κάποιο κοινό έδαφος. Αυτό δεν σημαίνει να αγνοήσουμε τις διαφορές μεταξύ τους, αλλά αντίθετα, να δείξουμε πώς αυτές οι διαφορές συντονίζονται μαζί σε απρόβλεπτους και ενδεχόμενους τρόπους για να σχηματίσουν, με τα λόγια του Ντελέζ, “επίπεδα συνοχής” από τα οποία μπορεί να δημιουργηθούν νέες πολιτικές έννοιες.

  Continue reading Saul Newman Πόλεμος στο κράτος: Ο αναρχισμός του Στίρνερ και του Ντελέζ

Ο Αναρχισμός, ο Μαρξισμός και το Βοναπαρτικό Κράτος

Του Saul Newman

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Anarchist Studies, [Volume 12, #1, 2004], με τίτλο: Anarchism, Marxism and the Bonapartist State, 
Ανακτήθηκε από την Αναρχική Βιβλιοθήκη στις 22 Ιουνίου 2011
σε pdf μορφή μπορείτε να το κατεβάσετε από εδώ

Μετάφραση – Επιμέλεια: Θοδωρής Σάρας

  1. Εισαγωγή
Φαίνεται ότι σήμερα, στις συνθήκες του ύστερου καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης, το μοντέρνο κράτος γίνεται ολοένα και περισσότερο κυρίαρχο στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή παρά λιγότερο. Αυτό μπορεί να ειδωθεί ιδιαίτερα στη σύγχρονη έγνοια για την ασφάλεια και την τρομοκρατία. Ο “πόλεμος στον τρόμο” εξυπηρετεί την τελευταία ιδεολογική αιτιολόγηση για τη μαζική συγκέντρωση και επέκταση της κρατικής εξουσίας. Το νέο αυτό παράδειγμα της κρατικής εξουσίας ανοίγει το δρόμο για νέες πολιτικές και κοινωνικές διαμάχες, ριζοσπαστικά διαφορετικές από εκείνες που έχουν αναδυθεί στο παρελθόν. Αυτό υποδηλώνει ότι το πρόβλημα της κρατικής εξουσίας δεν μπορεί να εξηγείται μόνο με οικονομικούς όρους, αλλά μάλλον συγκροτεί τις δικές του θεωρητικές και πολιτικές συνθήκες και όρους αναφοράς. Με άλλα λόγια, νέες περιοχές και σχέσεις εξουσίας αναδύονται – και όντως έχουν αρχίσει να εμφανίζονται για κάποιο χρονικό διάστημα – που δεν μπορούν να εξηγηθούν με οικονομικούς όρους, αλλά απαιτούν διαφορετικούς τρόπους ανάλυσης.

Επειδή το πρόβλημα της κρατικής εξουσίας είναι περισσότερο κρίσιμο τώρα παρά άλλοτε για τις ριζοσπαστικές πολιτικές, θα άξιζε η επιστροφή σε μία από τις πιο κατηγορηματικές θεωρητικές και πολιτικές συζητήσεις πάνω σε ακριβώς αυτό το θέμα. Η διαμάχη ανάμεσα στον μαρξισμό και τον αναρχισμό πάνω στην εξουσία, τη λειτουργία και τη σχετική αυτονομία του κράτους, και το ρόλο του στην κοινωνική επανάσταση, ήταν μία κεντρική συζήτηση που σχημάτισε τη ριζοσπαστική πολιτική σκέψη του δέκατου ένατου αιώνα. Η διατριβή αυτή εξετάζει μερικές από τις πλευρές κλειδιά αυτής της διαμάχης, εστιάζοντας στη “Βοναπαρτική στιγμή” στον κλασσικό Μαρξισμό – δηλαδή, στην ανάδυση των θεωρητικών συνθηκών για την σχετική αυτονομία του κράτους. Ωστόσο, θα δείξω πως, παρά αυτή την καινοτομία, η Μαρξιστική θεωρία – ο Μαρξ, καθώς και οι επόμενες Μαρξιστικές παρεμβάσεις – περιοριζόταν “σε τελική ανάλυση” από τις κατηγορίες των ταξικών και οικονομικών σχέσεων. Ο ισχυρισμός μου είναι ότι ο κλασσικός αναρχισμός πήρε ως το λογικό του συμπέρασμα τη θεωρία του Βοναπαρτισμού, και ήταν ικανός να αναπτύξει μία έννοια της κυριαρχίας του κράτους ως ο συγκεκριμένος και αυτόνομος τόπος της εξουσίας, που δεν αναγόταν στις καπιταλιστικές οικονομικές σχέσεις. Κάνοντας αυτό, ο αναρχισμός έσπασε ριζικά με τον Μαρξισμό. Επομένως, μέσα στη θεωρία του Βοναπαρτισμού βρίσκονται τα θεωρητικά θεμέλια για μία “επιστημολογική ρήξη” με τον ίδιο τον Μαρξισμό, επιτρέποντας την ανάπτυξη νέων αναλυτικών της εξουσίας – μία που, σε μία ορισμένη έκταση, συνεισφέρει προς σύγχρονες “μεταδομικές” και μετα-Μαρξιστικές” προσεγγίσεις σε αυτό το ερώτημα.1 Στη διατριβή αυτή, θα εξετάσω τις συνέπειες του Βοναπαρτισμού διερευνώντας και αναπτύσσοντας μία κλασσική αναρχική κριτική του Μαρξισμού, καθώς και εξετάζοντας τη σημασία της για τη σύγχρονη ριζοσπαστική πολιτική θεωρία.

Η υλική κατασκευή της κατάστασης εξαίρεσης και ο βιοπολιτικός έλεγχος της μετανάστευσης στη σύγχρονη εποχή. Σύνορα και στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Σάρας Θοδωρής

Ολόκληρη η θέση μου για τα στρατόπεδα μεταναστών σε μορφή pdf

εδώ

   

 

 

Οι σύγχρονες κοινωνίες αναδύονται σε παγκόσμιο επίπεδο από την ταυτόχρονη εξέλιξη και σύνθεση των δράσεων των υποκειμένων (ατομικών και συλλογικών) σε τρία επίπεδα: το επίπεδο του φυσικού χώρου (παραδοσιακός χώρος των “εθνικών” κοινωνικών σχηματισμών), το επίπεδο των δικτύων (ο χώρος που αναδύεται μέσα από τη επικοινωνία των υποκειμένων σε υπερεθνικό επίπεδο) και το επίπεδο των ροών (που αφορά το χώρο που παράγεται από την “ελεύθερη” κίνηση κεφαλαίου, εργατικού δυναμικού, και εμπορευμάτων αλλά και τις δικτυακές επαφές σε παγκόσμιο επίπεδο). Η “ελευθερία” κίνησης ανθρώπων, κεφαλαίων και εμπορευμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο διαμορφώνει ένα νέο μοντέλο κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης αυτό της ευελιξίας. Τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η μεταφορντική οργάνωση της παραγωγής και της κατανάλωσης, η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, και ένα νέο σύστημα πειθαρχικού ελέγχου, που οδηγεί στο μετασχηματισμό των μηχανισμών επιτήρησης στο επίπεδο των οικονομικών αλλά και των κρατικών συστημάτων.

Η ελαστική κεφαλαιοκρατική συσσώρευση οδηγεί – χωρίς να προσδιορίζει σε τελική ανάλυση – τις κοινωνικές σχέσεις σε οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο, διαμορφώνοντας νέους χωροχρονικούς τόπους δράσης, που διαπερνούν τα παραδοσιακά σύνορα των εθνο-κρατικών κοινωνικών σχηματισμών χωρίς όμως να τα καταργούν. Εικόνες, γεγονότα, σύμβολα, πληροφορίες, κεφάλαια, πληθυσμοί, ρέουν σε παγκόσμιο επίπεδο με αποτέλεσμα τα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα να βρίσκονται σε μία κατάσταση πέρα από την ισορροπία ή όπως θα έλεγε ο Agamben σε μία διαρκή κατάσταση εξαίρεσης.(1)

Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’80, στα πλαίσια της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού και της συνακόλουθης μεγέθυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και της γενίκευσης των ενδο-καπιταλιστικών αντιθέσεων για την αναδιανομή των σφαιρών οικονομικής και πολιτικής επιρροής, αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των μεταναστών και των προσφύγων (2). Μολονότι ένα μέρος της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης τις τελευταίες δεκαετίες βασίζεται στη μετανάστευση, τα κράτη προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές ανισότητες αλλά και να ελέγξουν τις δυνητικές απειλές, που αναδύονται από την ατομική ή συλλογική αντίδραση των κοινωνικών απορριμάτων (Bauman), προσαρμόζουν τις δομές πολιτικού ελέγχου και επιτήρησης στα νέα δεδομένα, με σκοπό τη διατήρηση της διαδικασίας της συσσώρευσης.

Continue reading Η υλική κατασκευή της κατάστασης εξαίρεσης και ο βιοπολιτικός έλεγχος της μετανάστευσης στη σύγχρονη εποχή. Σύνορα και στρατόπεδα συγκέντρωσης.